Το στολίδι της Σαντορίνης
Η περιήγηση στον αρχαιολογικό χώρο του Ακρωτηρίου, στη Σαντορίνη, αποτελεί για κάθε επισκέπτη ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο. Κτήρια και αντικείμενα παγιδευμένα κάτω από ένα παχύ στρώμα ηφαιστειακού υλικού διατηρήθηκαν ανέπαφα ή άφησαν το αποτύπωμά τους.
Η ζωή στην πόλη τελείωσε απότομα το τελευταίο τέταρτο του 17ου π.Χ. αιώνα, όταν οι κάτοικοί της αποφάσισαν να την εγκαταλείψουν εξαιτίας ισχυρών σεισμών. Η έκρηξη του ηφαιστείου ακολούθησε. Τα ηφαιστειακά υλικά που κάλυψαν την πόλη και ολόκληρο το νησί προστάτευσαν ως σήμερα τα κτήρια και το περιεχόμενό τους, όπως έγινε και στην Πομπηία.
Ο οικισμός αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα και λιμάνια του Αιγαίου κατά τη Μέση και Ύστερη εποχή του Χαλκού (20ος-17ος π.Χ). Επρόκειτο για μια πολυπληθή πόλη 200 στρεμμάτων με αξιοθαύμαστη κοινωνική οργάνωση, δημόσιους δρόμους, αποχετευτικό σύστημα, εγκαταστάσεις υγιεινής και πολυώροφα κτίσματα. 5.000 αγγεία ποικίλων τύπων και μεγεθών, εργαλεία, ειδώλια, τελετουργικά αντικείμενα και έπιπλα που ήρθαν στο φως κατά τη διάρκεια των ανασκαφών μαρτυρούν τη μεγάλη ανάπτυξη του οικισμού. Υπολείμματα τροφών και κόκαλα ζώων μας βοηθούν να ανασυγκροτήσουμε τις διατροφικές συνήθειες των κατοίκων. Εντυπωσιακές τοιχογραφίες, που αποτελούν τα αρχαιότερα δείγματα μνημειακής ζωγραφικής στον ελλαδικό χώρο, διακοσμούσαν σχεδόν όλα τα κτιριακά συγκροτήματα παρέχοντας μας πολύτιμες πληροφορίες για την κοινωνία του Ακρωτηρίου μέσα από τον αφηγηματικό τους χαρακτήρα. Τα ποικίλα εισηγμένα υλικά και αντικείμενα αποδεικνύουν τις σχέσεις και την επικοινωνία του Ακρωτηρίου με τη Μινωική Κρήτη, τα Δωδεκάνησα, την Κύπρο, την Ηπειρωτική Ελλάδα αλλά και την Αίγυπτο και τη Συρία.
Τα κτήρια του Ακρωτηρίου αποτελούν μοναδικά δείγματα εντυπωσιακής αρχιτεκτονικής. Μεγαλόπρεπα οικοδομήματα με λαξευτές προσόψεις στέγαζαν κοινοτικές λειτουργίες. Τα ιδιωτικά σπίτια εκτός από τα δωμάτια διαβίωσης είχαν εργαστήρια και αποθηκευτικούς χώρους. Τα υλικά κατασκευής προέρχονταν είτε από το ίδιο το νησί είτε εισάγονταν από άλλες περιοχές. Πετρώματα από τα λατομεία της Θήρας αποτελούσαν το κύριο οικοδομικό υλικό. Βότσαλα και κροκάλες συλλέγονταν για να χρησιμοποιηθούν σε τοίχους και πατώματα. Πολύτιμη ξυλεία από την Κρήτη χρησίμευε ως πλέγμα ξυλοδεσιάς στους τοίχους λειτουργώντας ως αντισεισμική ενίσχυση. Γυψόπλακες από τα λατομεία της Κνωσού τοποθετούνταν στα δάπεδα πάνω από ένα υπόστρωμα θρυμματισμένων όστρεων πορφύρας. Η τεχνογνωσία και η καλαισθησία ήταν εμφανείς σε κάθε δραστηριότητά τους.
0 Σχόλια